διάκριση λόγω φύλου
View definition in:
Greekκάθε διάκριση, αποκλεισμός ή περιορισμός με βάση το φύλο, με αποτέλεσμα ή σκοπό να προκληθεί βλάβη σε γυναίκα ή ομάδα γυναικών ή να ακυρωθεί η αναγνώριση, η απόλαυση ή η άσκηση από τις γυναίκες, ανεξαρτήτως οικογενειακής κατάστασης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών τους στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό ή οποιονδήποτε άλλο τομέα της ζωής
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1161?lang=elFiled under: