ισότητα
View definition in:
Greekέννοια και στόχος που αποβλέπει στην αναγνώριση της ίσης αξίας όλων των ανθρώπων, ανεξάρτητα φύλου, φυλής, θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού κ.λπ., καθιστώντας ταυτόχρονα εμφανή και αποδεκτή την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, χωρίς εκπτώσεις.
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1310?lang=elFiled under: