Ασταθής (περιστασιακή ) απασχόληση
View definition in:
GreekΕίδος εργασίας, που δεν εντάσσεται στις καθιερωμένες σχέσεις εργασίας και μπορεί να είναι τυπική, άτυπη ή εναλλακτική
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1268?lang=elFiled under: