Εργαζόμενη/ος στην οικογενειακή επιχείρηση
View definition in:
Greekμέλος της οικογένειας (συχνά η σύζυγος, η κόρη ή ο γιος), το οποίο εργάζεται σε οικογενειακή επιχείρηση όπως αγρόκτημα, κατάστημα, μικρή επιχείρηση ή γραφείο
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1121?lang=elFiled under: