διεκδίκηση πόρων
View definition in:
GreekΔιεκδίκηση κονδυλίων με στόχο συγκεκριμένες λύσεις σοβαρών προβλημάτων, μεταξύ των οποίων και του προβλήματος της έμφυλης ανισότητας, για την επίτευξή της οποίας απαιτείται σχεδιασμός, μελέτη και τεκμηρίωση, προκειμένου να πείθονται όσες και όσοι εξετάζουν το αίτημα για την ορθότητά του.
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1064?lang=elFiled under: