σεξουαλική δουλεία
View definition in:
Greekμορφή σεξουαλικής εκμετάλλευσης ατόμων μέσω της χρήσης ή της απειλής βίας, η οποία υπάρχει συχνά σε περιόδους ένοπλων συγκρούσεων ή κατοχής κατά τη διάρκεια πολέμου
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1382?lang=elFiled under: