κακοποίηση ηλικιωμένων
View definition in:
Greekμεμονωμένη ή επαναλαμβανόμενη πράξη ή έλλειψη κατάλληλης δράσης, η οποία λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο οποιασδήποτε σχέσης όπου υπάρχει προσδοκία εμπιστοσύνης, και η οποία προκαλεί βλάβη ή απελπισία σε ηλικιωμένα άτομα.
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1097?lang=elFiled under: