άμβλωση (έκτρωση)
View definition in:
GreekΔιακοπή της κύησης λόγω διαδικασίας η οποία: ξεκίνησε αυτόματα (ακούσια αποβολή), ηθελημένη διακοπή ανεπιθύμητης κύησης ή κύησης που απειλεί τη ζωή ή την υγεία της εγκύου, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής και ψυχικής ευεξίας της.
Additional notes and information
URI:
https://eige.europa.eu/taxonomy/term/1040?lang=elFiled under: